Η Πυρκαγιά στο Μάτι υπό το πρίσμα της εγκληματολογίας
ΓΕΓΟΝΟΤΑ & ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Η πυρκαγιά της 23ης Ιουλίου 2018 στο Μάτι Αττικής συνιστά μια από τις μεγαλύτερες μαζικές τραγωδίες της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Το τραγικό περιστατικό έθεσε σε δοκιμασία όχι μόνο τις αντοχές της κρατικής μηχανής, αλλά και τις θεσμικές αντιδράσεις απέναντι στην ευθύνη, την πρόληψη και την απόδοση δικαιοσύνης. Η φωτιά ξεκίνησε περί τις 16:40 από την περιοχή του Νταού Πεντέλης, σε κατοικημένη ζώνη, και κατευθύνθηκε με απίστευτη ταχύτητα νοτιοανατολικά, περνώντας από τον Νέο Βουτζά και καταλήγοντας στο Μάτι και τη θάλασσα της Ραφήνας.
Η έκταση και η σφοδρότητα της πυρκαγιάς ενισχύθηκαν από ακραίες καιρικές συνθήκες, με ανέμους έντασης 10 μποφόρ. Ωστόσο, παρά τη φύση του φυσικού φαινομένου, οι καταγγελίες για ελλείψεις στον συντονισμό, την έγκαιρη ενημέρωση των πολιτών και τη λήψη μέτρων εκκένωσης, ανέδειξαν ενδείξεις συστημικής αποτυχίας των αρμόδιων αρχών.
Τα στοιχεία ήταν αποκαρδιωτικά:
- 104 θάνατοι, οι περισσότεροι από εγκαύματα ή ασφυξία.
- Δεκάδες εγκαυματίες και βαριά τραυματίες, εκ των οποίων πολλοί υπέκυψαν αργότερα.
- Πάνω από 1.500 σπίτια και 300 οχήματα καταστράφηκαν ολοσχερώς.
- Ολόκληρες οικογένειες ξεκληρίστηκαν μέσα σε λίγα λεπτά.
Η ένταση της καταστροφής συνοδεύτηκε από ένα απόλυτο αίσθημα εγκατάλειψης και έλλειψης σχεδίου: πολίτες εγκλωβίστηκαν στους δρόμους, αγνοούσαν πού να πάνε, δεν είχαν καθοδήγηση από καμία αρμόδια αρχή και πολλοί οδηγήθηκαν στη θάλασσα για να σωθούν. Η εικόνα του κρατικού μηχανισμού ήταν χαοτική:
- Η Πολιτική Προστασία δεν εξέδωσε ποτέ επίσημη οδηγία εκκένωσης.
- Η Πυροσβεστική βρέθηκε απροετοίμαστη, χωρίς έγκαιρη κινητοποίηση δυνάμεων.
- Η Αστυνομία αντί να διευκολύνει τη διαφυγή, φέρεται σε ορισμένες περιπτώσεις να έστρεψε πολίτες προς την κατεύθυνση της φωτιάς, λόγω άγνοιας της κατάστασης στο πεδίο κι έλλειψης κεντρικού συντονισμού.
Το πλαίσιο αυτής της ενότητας ορίζει τη βάση της εγκληματολογικής μας ανάλυσης: δεν πρόκειται απλώς για μια φυσική καταστροφή. Αντίθετα, πρόκειται για ένα φαινόμενο στο οποίο η φυσική καταστροφή λειτούργησε ως καταλύτης για να αναδειχθούν δομικά ελλείμματα σε επίπεδο διαχείρισης κρίσεων, πρόληψης κινδύνων και θεσμικής ανταπόκρισης. Η προσέγγισή μας θα εξετάσει κατά πόσον οι παραλείψεις αυτές μπορούν να θεμελιώσουν ποινικές ευθύνες, να προσδιορίσουν συγκεκριμένες εγκληματικές πράξεις ή να υποδείξουν μια νέα κατηγορία εγκλημάτων που σχετίζεται με τη "θεσμική αδράνεια" έναντι της ανθρώπινης ζωής.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ
Η δεύτερη ενότητα της ανάλυσης επικεντρώνεται στη θεσμική ανταπόκριση μετά την καταστροφή, μέσα από το πρίσμα της αστυνομικής και πυροσβεστικής διερεύνησης. Το ζήτημα που τίθεται δεν είναι μόνο πώς ξέσπασε η φωτιά – κάτι που αποδόθηκε σε αμέλεια ιδιώτη – αλλά κυρίως πώς οι κρατικές υπηρεσίες διαχειρίστηκαν (ή απέτυχαν να διαχειριστούν) την κρίσιμη φάση της διάσωσης και προστασίας των πολιτών.
Από τις πρώτες ημέρες μετά την τραγωδία ξεκίνησαν ποινικές και διοικητικές έρευνες. Το βασικό ερώτημα που τέθηκε ήταν: υπήρξε θεσμική αδράνεια και αποτυχία εφαρμογής του επιχειρησιακού σχεδίου;
Πυροσβεστική Υπηρεσία και Πολιτική Προστασία
Οι αναφορές αποκαλύπτουν πλήρη σύγχυση και έλλειψη αποτελεσματικού συντονισμού. Η Πυροσβεστική Υπηρεσία, αν και διέθετε πληροφορίες για την επικινδυνότητα της κατάστασης, δεν κινητοποίησε εγκαίρως όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις. Σύμφωνα με καταθέσεις, υπήρξε καθυστέρηση άνω της μίας ώρας στην αποστολή αεροπυρόσβεσης και στην ενίσχυση των επίγειων μονάδων. Δεν αξιολογήθηκε έγκαιρα η κατεύθυνση της πυρκαγιάς, με αποτέλεσμα να μην υπάρξει ούτε προειδοποίηση, ούτε οργανωμένη εκκένωση.
Η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας δεν ενεργοποίησε ποτέ την διαδικασία εκκένωσης, ούτε το σύστημα 112, το οποίο βρισκόταν σε δοκιμαστική λειτουργία και δεν αξιοποιήθηκε. Αποτέλεσμα: η ευθύνη για τη σωτηρία πολιτών μεταβιβάστηκε ατύπως στους ίδιους.
Ελληνική Αστυνομία (ΕΛ.ΑΣ.)
Η Αστυνομία φέρεται να διαδραμάτισε διττό ρόλο: από τη μία ανέλαβε την κυκλοφοριακή ρύθμιση και, από την άλλη, φέρεται να απέκλεισε δρόμους διαφυγής λόγω παραπληροφόρησης ή μη γνώσης του μετώπου της φωτιάς. Αναφορές καταγγέλλουν ότι περιπολικά παρεμπόδισαν την κίνηση πολιτών προς τη λεωφόρο Μαραθώνος – τη μοναδική οδό διαφυγής για εκατοντάδες οικογένειες – και τους κατηύθυναν, άθελά τους, προς την παραλία και τα στενά του Ματιού, όπου παγιδεύτηκαν.
Οι εσωτερικές αναφορές της ΕΛ.ΑΣ. επιβεβαιώνουν την έλλειψη κεντρικού συντονιστικού μηχανισμού μεταξύ Αστυνομίας, Πυροσβεστικής και Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Δεν υπήρξε κοινός επιχειρησιακός χάρτης ούτε ανταλλαγή πραγματικού χρόνου πληροφορίας.
Καταγγελίες για συγκάλυψη
Επιπλέον, στα πορίσματα των εισαγγελικών αρχών περιλαμβάνονται αναφορές για προσπάθειες αλλοίωσης ή απόκρυψης στοιχείων. Ειδικότερα, φέρεται να υπήρξε προσπάθεια από υψηλόβαθμα στελέχη να παρουσιάσουν μια εικόνα συντονισμού που δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα. Η πίεση προς υπαλλήλους να μην μιλήσουν στα μέσα ή να διατυπώσουν "ομοιογενείς αναφορές" αξιολογήθηκε από τις εισαγγελικές αρχές ως στοιχείο θεσμικού ελέγχου της πληροφορίας.
Η συγκεκριμένη ενότητα μάς επιτρέπει να διαπιστώσουμε ότι η αποτυχία δεν ήταν αποτέλεσμα μεμονωμένων λαθών, αλλά ενός συστημικού ελλείμματος διαχείρισης κρίσεων. Οι κρατικές δομές δεν είχαν εκπαιδευτεί, εξοπλιστεί ή οργανωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να προλάβουν ή να περιορίσουν το κακό.
ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Η εγκληματολογική ανάλυση της πυρκαγιάς στο Μάτι απαιτεί να μετακινηθούμε από την περιγραφή των γεγονότων και των επιχειρησιακών αποτυχιών προς την εννοιολόγηση της ευθύνης. Η βασική ερευνητική υπόθεση είναι ότι η τραγωδία δεν οφείλεται μόνο σε ένα φυσικό γεγονός (πυρκαγιά) ή σε μια απλή αμέλεια, αλλά σε μια διαδοχική αλληλουχία παραλείψεων και διοικητικών αποτυχιών που θεμελιώνουν ένα σύνθετο μορφικό πλαίσιο εγκληματικής συμπεριφοράς εξ αμελείας.
Η έννοια της εγκληματικής αμέλειας σε περιβάλλον θεσμικής λειτουργίας
Σύμφωνα με το άρθρο 28 του Ποινικού Κώδικα, η αμέλεια συνίσταται στην παράλειψη της δέουσας προσοχής, που ένας συνετός και λογικά σκεπτόμενος άνθρωπος θα επέδεικνυε υπό τις ίδιες συνθήκες. Όταν η αμέλεια αυτή προκαλεί θάνατο, τότε ενδέχεται να θεμελιωθεί ανθρωποκτονία εξ αμελείας. Όταν όμως η αμέλεια πηγάζει από πολλαπλούς δημόσιους λειτουργούς και συνδέεται με θεσμικές υποχρεώσεις, η έννοια της συλλογικής θεσμικής ευθύνης αποκτά βαρύνουσα εγκληματολογική σημασία.
- Η συστημική ή θεσμική αμέλεια περιλαμβάνει:
- Την αδυναμία έγκαιρης πρόβλεψης κινδύνου.
- Την έλλειψη ετοιμότητας βάσει προβλεπόμενων σχεδίων.
- Την απουσία αντίδρασης κατά τη διάρκεια του συμβάντος.
- Την μη ανάληψη ευθύνης και τη συγκάλυψη μετά το συμβάν.
Modus operandi: Το έγκλημα χωρίς πρόθεση
Η εγκληματολογική προσέγγιση της φωτιάς στο Μάτι αποκρυσταλλώνει το προφίλ ενός εγκλήματος χωρίς άμεσο δράστη αλλά με υπεύθυνους. Το modus operandi εδώ είναι η συστημική αποδιοργάνωση: μια σειρά από γραφειοκρατικές διαδικασίες, αδράνειες, κανονιστικές ελλείψεις και έλλειψη κρίσιμων αποφάσεων την ώρα της ανάγκης. Οι αρμόδιες υπηρεσίες δεν λειτούργησαν ούτε ως πρόληψη, ούτε ως καταστολή.
Στο πλαίσιο αυτό, δεν μιλάμε για έναν δράστη με δόλο, αλλά για ένα θεσμικό περιβάλλον όπου η αδράνεια κατέστη θανατηφόρα. Ο δημόσιος λειτουργός που δεν διατάζει εκκένωση ή δεν αξιολογεί σωστά την απειλή λειτουργεί ως κρίσιμος παράγοντας αιτιώδους συνάφειας προς την τραγική κατάληξη.
Ανάλυση των θυμάτων και του περιβάλλοντος εγκλήματος
Το προφίλ των θυμάτων αναδεικνύει μια δεύτερη πτυχή της εγκληματολογικής ανάλυσης:
- Πολλοί ήταν ηλικιωμένοι, ασθενείς ή μικρά παιδιά.
- Η περιοχή διέθετε ελάχιστες διεξόδους, με στενούς δρόμους, ελλιπή σήμανση και κακή πολεοδομική οργάνωση.
- Οι κάτοικοι δεν έλαβαν καμία ειδοποίηση εγκαίρως για να αντιδράσουν – γεγονός που τους κατέστησε ιδιαίτερα ευάλωτους.
Η θυματοποίηση εδώ προέκυψε όχι απλώς από τη φωτιά, αλλά από την παντελή απουσία ενός συστήματος προστασίας. Το θύμα δεν είχε δυνατότητα να επιλέξει ή να διαφύγει. Αυτό διαφοροποιεί την περίπτωση του Ματιού από άλλες φυσικές καταστροφές: εδώ η θυματοποίηση είναι κατασκευασμένη από τον θεσμικό μηχανισμό που όφειλε να προστατεύει.
Συμπερασματικά, η εγκληματολογική προσέγγιση στοχεύει να αναδείξει την έννοια του "εγκλήματος αδρανείας" και να προσεγγίσει τη συστημική ευθύνη όχι απλώς ως ηθική ή διοικητική, αλλά ως εν δυνάμει ποινικά κολάσιμη.
ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ – ΝΟΜΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ
Η εγκληματολογική διερεύνηση της πυρκαγιάς στο Μάτι κορυφώθηκε με την πολυετή ποινική διαδικασία που κατέληξε στην έκδοση αποφάσεων το 2024, έξι χρόνια μετά την καταστροφή. Η εκδίκαση της υπόθεσης αφορούσε συνολικά 21 κατηγορούμενους, ανάμεσά τους υψηλόβαθμα στελέχη της Πυροσβεστικής, της Πολιτικής Προστασίας, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και της ΕΛ.ΑΣ.
Καταδικασθέντα πρόσωπα και αδικήματα
Από τους 21 κατηγορούμενους, έξι κρίθηκαν ένοχοι και τους αποδόθηκαν οι εξής κατηγορίες:
- Ανθρωποκτονία από αμέλεια κατά συρροή (άρθρο 302 ΠΚ)
- Σωματικές βλάβες από αμέλεια κατά συρροή (άρθρο 314 ΠΚ)
Οι υπόλοιποι 15 αθωώθηκαν λόγω μη επαρκούς στοιχειοθέτησης του αιτιώδους δεσμού ανάμεσα στις ενέργειες ή παραλείψεις τους και στο τελικό αποτέλεσμα.
Οι ποινές που επιβλήθηκαν, με βάση τον τότε ισχύοντα Ποινικό Κώδικα, ήταν ποινές φυλάκισης με αναστολή. Αυτό προκάλεσε έντονη κοινωνική και ηθική συζήτηση σχετικά με τη δυνατότητα απονομής ουσιαστικής δικαιοσύνης σε περιπτώσεις “εγκλημάτων εξ αμελείας” μεγάλης κλίμακας.
Νομική έννοια της αμέλειας
Η κρίσιμη νομική διάσταση της υπόθεσης ήταν η αιτιώδης συνάφεια ανάμεσα στις παραλείψεις των κρατικών λειτουργών και την πρόκληση των θανάτων. Το δικαστήριο αξιολόγησε τις εξής παραμέτρους:
- Εάν η έγκαιρη εκκένωση ή προειδοποίηση θα μπορούσε να είχε αποτρέψει την τραγωδία.
- Εάν η οργάνωση των επιχειρησιακών σχεδίων ήταν επαρκής και εφαρμόστηκε.
- Εάν υπήρξε υπαίτια αδράνεια, με βάση το λειτουργικό καθήκον κάθε εμπλεκόμενου.
Το πλαίσιο ερμηνείας της αμέλειας δεν ήταν απλώς η απροσεξία, αλλά η παραβίαση θεσμικού καθήκοντος προστασίας της ζωής και της περιουσίας πολιτών.
Η δυσκολία στη θεμελίωση κακουργηματικής ευθύνης
Παρά τη βαρύτητα του αποτελέσματος (104 νεκροί), δεν αποδόθηκε καμία κατηγορία κακουργηματικής μορφής ή δόλου. Η αμιγώς πλημμεληματική θεμελίωση της υπόθεσης βασίστηκε στην έλλειψη προσωπικής πρόθεσης ή άμεσης ενέργειας που να συνδέεται με τον θάνατο των θυμάτων.
Η υπόθεση ανέδειξε το νομικό κενό στην αντιμετώπιση συστημικών εγκλημάτων χωρίς δράστη, καθώς ο ισχύων Ποινικός Κώδικας δύσκολα επιτρέπει την απόδοση ποινής ανάλογης με το μέγεθος της καταστροφής όταν απουσιάζει πρόθεση.
ΚΡΑΤΙΚΗ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑ ΡΗΤΟΡΙΚΗ
Η αντιμετώπιση της τραγωδίας στο Μάτι δεν περιορίστηκε μόνο στη διαχείριση της καταστροφής και τις επιχειρησιακές ελλείψεις, αλλά ανέδειξε και ένα βαθύ πρόβλημα θεσμικής λογοδοσίας και δημόσιας επικοινωνίας.
Το βράδυ της καταστροφής: Συσκότιση και ψευδείς εντυπώσεις
Το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο της επίσημης αντίδρασης ήταν η περίφημη συνέντευξη Τύπου της κυβέρνησης το ίδιο βράδυ, στην οποία:
- Δεν έγινε καμία αναφορά σε νεκρούς, ενώ ήδη υπήρχαν επιβεβαιωμένα θύματα.
- Παρουσιάστηκε η εικόνα ενός πλήρους συντονισμού μεταξύ των κρατικών φορέων.
- Η ευθύνη αποδόθηκε αποκλειστικά στα καιρικά φαινόμενα και την “ασυμμετρία του φαινομένου”.
Τα παραπάνω προκάλεσαν έντονη κοινωνική κατακραυγή, καθώς δημιουργήθηκε η εντύπωση συγκάλυψης και προσπάθειας αποποίησης πολιτικής ευθύνης.
Η στάση των θεσμών και της Πολιτείας
Ακολούθως, παρατηρήθηκαν τα εξής:
- Ο τότε αρχηγός της Πυροσβεστικής και ανώτατα στελέχη παραιτήθηκαν ή μετακινήθηκαν.
- Κατατέθηκαν εκατοντάδες αγωγές και μηνύσεις από συγγενείς θυμάτων και εγκαυματίες.
- Η πολιτεία δεσμεύτηκε για αποζημιώσεις και μέτρα αποκατάστασης, τα οποία υλοποιήθηκαν με βραδύτητα και γραφειοκρατικά εμπόδια.
Επικοινωνιακή στρατηγική και προπαγανδιστικός λόγος
Η εγκληματολογική προσέγγιση οφείλει να εξετάσει και τη ρητορική διαχείριση της ευθύνης:
- Η χρήση όρων όπως "ασύμμετρη απειλή", "μη προβλέψιμο φαινόμενο" και "εν κρυπτώ συντονισμός" λειτούργησαν ως εργαλεία αποσύνδεσης της κρατικής ευθύνης από τις συνέπειες.
- Αναπτύχθηκε ένα πλαίσιο μετατόπισης ευθύνης στην "οικιστική αναρχία" και στους "πολίτες που δεν άκουσαν τις αρχές", αν και δεν υπήρξε ποτέ επίσημη ειδοποίηση ή εντολή εκκένωσης.
Αυτή η διαχείριση της αφήγησης αποτυπώνει το φαινόμενο της “προπαγάνδας μετά το έγκλημα”, κατά το οποίο η θεσμική ευθύνη επαναπλαισιώνεται με στόχο τη διατήρηση της νομιμοποίησης των δομών εξουσίας.
Η κρατική αποτυχία στην περίπτωση του Ματιού, λοιπόν, δεν ήταν μόνο επιχειρησιακή – ήταν και ηθική, και πολιτική, και επικοινωνιακή. Το έγκλημα, σε αυτό το επίπεδο, επεκτείνεται από την πράξη στην απόκρυψη, και από την αμέλεια στη θεσμική άρνηση.
ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΑ ΠΛΑΙΣΙΑ
Η ανάλυση της τραγωδίας στο Μάτι ως εγκληματολογικό φαινόμενο δεν μπορεί να σταθεί απομονωμένα. Η ένταξή της σε ένα διεθνές και θεωρητικό πλαίσιο ενισχύει την κατανόηση των εννοιών της συστημικής ευθύνης, της κρατικής αμέλειας και των λεγόμενων "εγκλημάτων χωρίς δράστη".
Παρόμοιες περιπτώσεις διεθνώς
- Η τραγωδία του Γκρενφέλ Τάουερ (Λονδίνο, 2017): 72 νεκροί από φωτιά σε πολυκατοικία, λόγω ελλιπών μέτρων ασφαλείας και φτηνού μονωτικού υλικού. Οι δημόσιες αρχές γνώριζαν τους κινδύνους.
- Η πλημμύρα στη Γερμανία (2021): Παρά τις έγκαιρες προβλέψεις για ακραία φαινόμενα, η καθυστερημένη κινητοποίηση των αρχών οδήγησε σε δεκάδες θανάτους.
- Και στις δύο περιπτώσεις, το κοινό χαρακτηριστικό ήταν η προβλεψιμότητα της απειλής και η αδράνεια των αρχών, οδηγώντας σε μαζική θυματοποίηση.
Θεωρητικό πλαίσιο: “State Crime” & “Crimes of Omission”
Η πυρκαγιά στο Μάτι μπορεί να αναλυθεί υπό το πρίσμα των εννοιών:
- “Crimes of Omission” (εγκλήματα παράλειψης): όπου η μη ενέργεια αποτελεί παράγοντα πρόκλησης εγκληματικού αποτελέσματος.
- “State Crime” ή “State-Facilitated Crime”: εγκλήματα που διαπράττονται ή καθίστανται δυνατά από τη λειτουργία ή δυσλειτουργία του κράτους.
Στην περίπτωση του Ματιού, η εγκληματική διάσταση δεν πηγάζει από πρόθεση, αλλά από κρατική αποτυχία στην πρόληψη και την αντίδραση, ενώ η μεταγενέστερη συγκάλυψη και καθυστέρηση στη δικαιοσύνη εντείνει τον προβληματισμό περί συγκάλυψης.
Η θεωρία της "Εγκληματολογίας από Σύστημα" (Systemic Criminology)
Η υπόθεση μπορεί να ενταχθεί και στην προσέγγιση της “εγκληματολογίας από σύστημα”:
Το ίδιο το διοικητικό και κρατικό σύστημα – όχι μεμονωμένα πρόσωπα – δημιουργεί ένα περιβάλλον εγκληματογόνο, όπου η ευθύνη διαχέεται και τελικά απαλλάσσεται ηθικά μέσω της “ανωνυμίας της δομής”.
Η οργανωτική αποδιοργάνωση και η αποσπασματικότητα λειτουργίας του κράτους δημιουργούν δομική αμέλεια, που οδηγεί σε τραγωδίες χωρίς να εντοπίζεται "ενεργός δράστης".
Ρόλος των θυμάτων και της κοινωνίας
Η κοινωνία των πολιτών, οι οικογένειες των θυμάτων και η δημοσιογραφική έρευνα (όπως και το έργο εγκληματολογικών αναλύσεων όπως το παρόν), αναλαμβάνουν τελικά τον ρόλο εναλλακτικών μηχανισμών λογοδοσίας. Αυτό το φαινόμενο εμφανίζεται συχνά σε περιπτώσεις θεσμικής αποτυχίας.
ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η πυρκαγιά στο Μάτι το 2018 δεν αποτελεί απλώς μια περιβαλλοντική καταστροφή ή μια αλληλουχία υπηρεσιακών λαθών. Αποτελεί έγκλημα από αδράνεια, ενταγμένο σε ένα πλαίσιο συστημικής αποτυχίας και συλλογικής ευθύνης, που πρέπει να προσεγγιστεί με εγκληματολογικά εργαλεία και όχι μόνο με νομικές διαγνώσεις.
Η ανάλυσή μας οδηγεί στα εξής θεμελιώδη συμπεράσματα:
1. Το έγκλημα χωρίς δράστη υπάρχει
Η υπόθεση στο Μάτι καταδεικνύει ότι οι εγκληματικές πράξεις δεν περιορίζονται σε δόλιες ενέργειες μεμονωμένων δραστών. Η συσσωρευμένη αμέλεια, η ανικανότητα θεσμών και η ανυπαρξία έγκαιρης κινητοποίησης αποτελούν μορφές εγκληματικής συμπεριφοράς όταν οδηγούν με προβλέψιμο τρόπο στον θάνατο δεκάδων ανθρώπων.
2. Η δομική αμέλεια είναι ποινικά αθέατη αλλά εγκληματογόνα
Το γεγονός ότι οι περισσότεροι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν και όσοι καταδικάστηκαν έλαβαν ποινές αναστολής, αναδεικνύει ένα νομικό έλλειμμα: οι έννοιες της συστημικής ευθύνης, της δομικής αμέλειας και της κρατικής εγκληματικότητας δεν χωρούν εύκολα στο υφιστάμενο ποινικό σύστημα.
3. Η ρητορική συγκάλυψη επιβαρύνει την ηθική αποτίμηση
Η συνειδητή επιλογή των κρατικών φορέων να αποσιωπήσουν την ύπαρξη θυμάτων, να αποδώσουν την ευθύνη στην “οικιστική αναρχία” και να μην αναλάβουν πολιτική ευθύνη, αποτελεί επιχειρησιακή συνέργεια στην συγκάλυψη, η οποία καθιστά το έγκλημα διπλό: το πρώτο κατά της ζωής, το δεύτερο κατά της αλήθειας.
4. Η εγκληματολογία οφείλει να εισέλθει στον δημόσιο διάλογο
Η παρούσα ανάλυση υπενθυμίζει ότι η εγκληματολογία δεν είναι μόνο θεωρητική επιστήμη ή μέσο κατανόησης εγκληματικών προσωπικοτήτων. Είναι εργαλείο κατανόησης των δομών που παράγουν ή διευκολύνουν εγκλήματα, ακόμη και όταν αυτά δεν μοιάζουν με τα “παραδοσιακά”.
Σημείωση για τον αναγνώστη:
Η παρούσα εγκληματολογική ανάλυση βασίζεται αποκλειστικά σε δημόσια διαθέσιμα δεδομένα, δικαστικές αποφάσεις, μαρτυρίες και επιστημονικά εργαλεία προσέγγισης της έννοιας της θεσμικής ευθύνης. Δεν υποκαθιστά σε καμία περίπτωση το έργο της Δικαιοσύνης, των θεσμικών φορέων ή των αρμόδιων αρχών.
Σκοπός της είναι η ενίσχυση του δημόσιου διαλόγου και της συλλογικής μνήμης με σεβασμό προς τα θύματα, τις οικογένειες και το κράτος δικαίου. Κάθε κρίση ή παρατήρηση στηρίζεται σε επιστημονικά τεκμήρια και αποσκοπεί στην πρόληψη μελλοντικών τραγωδιών μέσω θεσμικής αυτογνωσίας.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου